Η πορεία της Εκκλησίας στα έθνη
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμεσού
κ. Αθανασίου
Η Εκκλησία με κεφαλή το Χριστό, διαφυλάττει απαραχάρακτη την πίστη και την εμπειρία των Αποστόλων και την μεταφέρει σε όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών. Ονομάζεται Καθολική ακριβώς γιατί αφορά όλους τους ανθρώπους και αγκαλιάζει όλο τον κόσμο.
Η Εκκλησία ευαγγελίζεται το Λόγο του Θεού ημέρα εξ ημέρας. Παντού και πάντοτε ευαγγελίζεται το Λόγο του Θεού.
Το κύριο έργο της Εκκλησίας, το κύριο έργο των ανθρώπων της Εκκλησίας, είναι να διακονούν και να ασχολούνται με το Λόγο του Θεού.
Η Εκκλησία δεν φοβάται να διαλεχθεί με κανένα, δεν αισθάνεται κανένα κίνδυνο φόβου για την πίστη της. Η εκκλησία δίνει λόγο «παντί τω αιτούντι». Δεν απορρίπτει κανένα, δεν καταδικάζει κανένα, δεν σκοτώνει κανένα, αλλά μεταφέρει στον άνθρωπο αυτό που καθημερινά ζει, την εμπειρία του Θεού.
Η προσευχή της Εκκλησίας και η έγνοια της είναι να γνωρίσει όλος ο κόσμος το Θεό «εν Πνεύματι Αγίω». Ο Άγιος Σιλουανός λέει μέσα στην προσευχή του μετά δακρύων: «Κύριε, δέομαί Σου, ίνα σε γνωρίσουσιν εν Πνεύματι Αγίω πάντες οι λαοί της γης».
Ο Θεός θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν «είς επίγνωσιν αληθείας».
Πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί είμαστε φανατικοί, ιδίως όταν ομιλούμε περί της Ορθοδόξου Εκκλησίας. O άνθρωπος, ο οποίος έχει το πνεύμα του Χριστού μέσα του, είναι απαθής άνθρωπος, δεν έχει ίχνος κακίας, δεν έχει εμπάθεια, δεν έχει καμιά κακία για τον άλλο άνθρωπο, αλλά φιλανθρώπως κινούμενος, από φιλανθρωπία, γίνεται αμετακίνητος από τις θέσεις του.
Μπορείς να αγαπάς τους άλλους ανθρώπους, μπορείς να τους δέχεσαι, μπορείς να τους τιμάς, μπορείς να τους εκτιμάς, αλλά να μην δέχεσαι αυτό το οποίο πιστεύουν. Πού βρίσκεται η χρυσή τομή, το να μην αρνηθείς την πίστη του Χριστού, της Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα να μην μηδενίσεις τον άλλον άνθρωπο; Ο άνθρωπος που ζεί κατα Θεόν, αναπαύει τους άλλους ανθρώπους, τους βοηθά, τους παρηγορεί, τους οικοδομεί έστω κι αν δεν συμφωνεί μαζί τους. Οι Πατέρες ήταν πάντοτε άνθρωποι πεπεισμένοι περί της εν ημίν ελπίδος, ήταν πεπεισμένοι γι’αυτό το οποίο επίστευαν και γι’αυτό το λόγο δεν έχουν το φόβο και δεν αισθάνονταν την ανάγκη να μηδενίσουν κανένα άνθρωπο.
Όλος ο κόσμος, όλα τα έθνη, όλοι οι λαοί είναι δυνάμει συγκληρονόμοι της Βασιλείας του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος ξεκαθαρίζει ότι το Ευαγγέλιο γίνεται πλέον μια πρόσκληση του Θεού προς κάθε άνθρωπο ανεξαρτήτου φυλής και χρώματος. Το Λόγο του Θεού μπορεί να τον ακούσουμε είτε μέσα από γεγονότα είτε μέσα από πρόσωπα είτε με κάποιο άλλο τρόπο που φαίνεται εξωτερικά ως τρόπος αμαρτίας, μπορεί ο Θεός να κτυπήσει την καρδιά μας και να μας απευθύνει το λόγο Του: «Ακολούθει Μοι». Ο Θεός είναι αδύνατον να αδικήσει κανένα άνθρωπο, όπου κι αν είναι ο άνθρωπος αυτός, εάν έχει διάθεση να σωθεί, ο Χριστός θα πάει να τον συναντήσει στο χώρο και τον τόπο του. Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα (π.χ. Απόστολος Παύλος, Αββάς Μωυσής ο Αιθίοπας, Οσία Μαρία η Αιγυπτία).
Οι Αποστόλοι είχαν ένα θησαυρό ασύλητο, ένα θησαυρό ο οποίος ήταν ανεκτίμητος. Ήταν ο θησαυρός του ονόματος του Ιησού Χριστού. Κι εμείς λοιπόν καλούμαστε να γίνουμε Απόστολοι, καλούμαστε να ομιλήσουμε για το όνομα του Ιησού Χριστού. Στον αδελφό μας ο οποίος έχει ανάγκη, πνευματική ώστε να πλουτίσει κι αυτός και να καταστεί πλούσιος πνευματικά, να καταστεί αυτάρκης πνευματικά, για να μπορέσει να ξεπεράσει όλες τις περιπέτειες, τις δοκιμασίες, τους κινδύνους που διέρχεται. Δεν μπορούμε αυτόν τον θησαυρό και αυτόν τον λύχνο να τον κρύψουμε υπό τον μόδιον. Αυτό το φρόνημα της ομολογίας είμαστε υποχρεωμένοι να το κρατήσουμε. Με ποιες προϋποθέσεις εμείς πλησιάζουμε τους άλλους ανθρώπους;
α) Όταν ομιλούμε περί του Θεού πρέπει να έχουμε ταπείνωση. Να κατεβαίνουμε στο επίπεδο των ανθρώπων που έχουμε απέναντί μας. Να τους αποδεχόμαστε όπως είναι, να σεβόμαστε το χώρο και τον τόπο στον οποίο κινούνται. Χάρις υπεροψία και έπαρση, αλλά με πνεύμα θυσιαστικής αγάπης και ανιδιοτελής προσφοράς. Αυτά που διδάσκουμε δεν είναι δικά μας, είναι αυτά τα οποία μας διδάσκει η Εκκλησία. Η Εκκλησία σώζει εμάς, όχι εμείς την Εκκλησία.
β) Ο λόγος του Θεού δεν είναι μόνο τα λόγια μας, αλλά το παράδειγμά μας, η όλη αναστροφή μας. Η ζωή μας παρατηρείται από πολλούς ανθρώπους και πρέπει να είναι ζωή, όπως είπε ο Χριστός, δοξολογίας του Θεού. «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι υμίν τα καλά έργα και δοξάσουσιν τον Πατέρα ημών Τον εν τοις ουρανοίς».
γ) Χρειάζεται να έχουμε επίγνωση του έργου που επιτελούμε ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος να ξεχαστούμε στην πορεία της ζωής, μας αλλά ούτε και να μας φοβήσουν όλα αυτά που θα αντιμετωπίσουμε μπροστά μας, διότι θα αντιμετωπίσουμε πολλά προβλήματα, πολλές δυσκολίες, πολλές αντιστάσεις. Από τη στιγμή που εσύ παίρνεις πάνω σου μίαν αποστολή προερχομένη από το Θεό, να είσαι βέβαιος ότι θα βρεις μπροστά σου τείχος το οποίο πρέπει να το υπερβείς, όπως λέει ο Δαβίδ «εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος» ελπίδα και πίστη στο Θεό, για να φανεί και τελικά ότι το έργο αυτό δεν είναι εξ ημών αλλά εκ του Θεού.
δ) Να εξέρθουμε από τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να επιτελέσουμε το έργο του Θεού με τα καμώματά μας ούτε και με τους εγωισμούς μας. Να παραδώσουμε τον εαυτό μας στο έργο του Κυρίου. Αυτό σημαίνει θυσία, σημαίνει να πάσχεις, σημαίνει εσύ να χάσεις από το χρόνο σου, από τα υλικά σου πράγματα, από την ξεκούρασή σου, από πολλά πράγματα, να θυσιαστείς για να ζήσει ο αδελφός σου. Μόνο αν θυσιαστείς ο άλλος άνθρωπος θα καταλάβει και θα αναγνωρίσει τη δική σου θυσία.
ε) Να ξέρουμε, ο άλλος άνθρωπος που είναι απέναντί μας, τι μπορεί να δεχτεί. Θα τους ομιλήσουμε δια της αγάπης μας, θα τους ομιλήσουμε δια της φιλοξενίας μας, θα τους ομιλήσουμε δια της προσευχής μας και δια των λόγων μας και δια των πράξεών μας. Εάν δεν καταλαβαίνουν, δεν πειράζει, εμείς θα συνεχίσουμε να τους αγαπούμε και να τους προσφέρουμε οτιδήποτε. Μπορεί να μην καταλαβαίνουν, μπορεί να καταλάβουν αργότερα. Δεν ξέρουμε εμείς τι γίνεται στις ψυχές των άλλων ανθρώπων. Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να σπείρουμε, να καλλιεργήσουμε, να ποτίσουμε. Το αποτέλεσμα δεν είναι δικό μας, το αποτέλεσμα ανήκει στο Θεό. «Ου του θέλοντος, ουδέ του τρέχοντος αλλά του ελεούντος Θεού». Μην περιμένεις τίποτα, έκαμες το έργο σου, προχώρα, άφησε το σπόρο εκείνο, να τον μεγαλώσει ο Θεός.
στ) Εάν εμείς δεν βιώσουμε στον εαυτό μας το γεγονός της σωτηρίας μας, το γεγονός της μετανοίας μας, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να καταλάβουμε τη σωτηρία και τη μετάνοια του άλλου ανθρώπου, για να μπορέσουμε ουσιαστικά να τον βοηθήσουμε.
Ο Θεός είναι μια αγκαλιά που αγκαλιάζει τον κόσμο. Πρέπει να το αισθανθεί αυτό το πράγμα ο σημερινός άνθρωπος, να καταλάβει ότι η Εκκλησία είναι ο Πατήρ ημών ο Ουράνιος.
Εάν τηρούμε τις πιο πάνω προϋποθέσεις, τότε να ξέρουμε ότι όπου και να πάμε, θα είμαστε σημείο Θεού.
Το ζητούμενο είναι η σωτηρία του ανθρώπου, το πώς ο άλλος άνθρωπος θα πλησιάσει και θα γνωρίσει το Θεό.
Εάν αισθανόμαστε ότι «χαρά γίνεται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι», δεν θα κουραστούμε στην Εκκλησία, δεν θα κουραστούμε όταν εξομολογούμε, όταν κηρύττουμε, όταν διδάσκουμε, όταν τρέχουμε, όταν ταλαιπωρούμαστε. «Μα και ένας αν ακούσει το λόγο του Θεού», λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «αυτό είναι για μένα, νόημα ζωής».
Η Εκκλησία είναι η καλή μητέρα που μας τρέφει με το Λόγο του Θεού, με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Όλα μπορούμε να τα αγιάσουμε, όταν έχουμε το Χριστό μέσα μας.
Πηγή: Καθοδόν περιοδικο αρ.12